Ειδήσεις

Αναζητήστε με μια λέξη το άρθρο που είναι καταχωρημένο.
26/9/2006 | Φεστιβάλ δράμας

Νίκος Καβουκίδης «Συνομιλώντας με τον…πρώτο θεατή του κλασικού ελληνικού κινηματογράφου»

Παρασκευή, 22 Σεπτεμβρίου

ΕΙΔΙΚΟ ΘΕΜΑ:

«Συνομιλώντας με τον…πρώτο θεατή του κλασικού ελληνικού κινηματογράφου»

¶νθρωπος της αφής, εκφραστικός και εξαιρετικά αγαπητός στους συναδέλφους του κινηματογραφιστές, μεταφέρει μνήμες και εμπειρίες που θα ζήλευε κάθε νέος φωτογράφος ή σκηνοθέτης. Γεμάτος ενέργεια, ζωτικότητα και πάθος για τις μαγικές εικόνες του κινηματογράφου, ακόμη και ύστερα από μισό αιώνα δημιουργικής δραστηριότητας, ο Νίκος Καβουκίδης αναλύει την τέχνη της φωτογραφίας, αποκαλύπτει τις πηγές της έμπνευσής του και θυμάται πρόσωπα και γεγονότα που τον σημάδεψαν.

Κύριε Καβουκίδη, η τέχνη της φωτογραφίας είναι κάτι έμφυτο ή επίκτητο;

Σαφέστατα, η τέχνη της φωτογραφίας είναι ταλέντο, αλλά είναι πάντα και μέρος της παιδείας που θα πρέπει να έχουν οι κινηματογραφιστές και οι τεχνικοί του κινηματογράφου, οι οποίοι όμως πρέπει να είναι όχι μόνο καταρτισμένοι τεχνικά, αλλά να διαθέτουν και μια ευρύτερη παιδεία: να έχουν διαβάσει για παράδειγμα ακόμη και Αριστοτέλη, να έχουν επισκεφθεί πολλές εκθέσεις μεγάλων ζωγράφων, να έχουν δηλαδή μια κουλτούρα γύρω από αυτό που ονομάζουμε «εικόνα». Αυτό θα τους βοηθήσει να έχουν μια διαφορετική οπτική σε κάθε τους δουλειά, να αναζητούν κάτι διαφορετικό σε κάθε τους ταινία. Προσωπικά, σε όλη μου την πορεία των 50 χρόνων, κάθε φορά που εργαζόμουν για μια νέα ταινία, αισθανόμουν σαν πρωτάρης αναζητώντας κάτι διαφορετικό να προτείνω στον σκηνοθέτη. Οι νέοι φωτογράφοι, θα πρέπει να κάνουν ορισμένα τεστ πριν ξεκινήσουν κάθε γύρισμα, να πειραματίζονται, πάντα γύρω από τον άξονα και το όραμα του σκηνοθέτη. Αυτό το τελευταίο θα πρέπει να επιχειρούν να πλησιάσουν.

Ποιες είναι οι πηγές της δικής σας έμπνευσης στις εκάστοτε εικόνες που δημιουργείτε;

Για να είμαστε ρεαλιστές και αντικειμενικοί, οφείλουμε να παραδεχτούμε πως μόνος του ένας φωτογράφος δεν μπορεί να έχει ένα τέλειο αποτέλεσμα κατά τη δημιουργία μιας ταινίας, αν και οι συνεργάτες του –ο σκηνογράφος και ο ενδυματολόγος- δεν συμβάλλουν ισότιμα και αν δεν υπάρχει ένα σενάριο που του επιτρέπει να κάνει πράγματα επάνω στη φωτογραφία. Ένας φωτογράφος, επηρεάζεται και εμπνέεται από τη θεματολογία του σεναρίου, το κλίμα που υπάρχει με τους στενούς του συνεργάτες, από το χώρο του γυρίσματος και πολλές φορές από τους ηθοποιούς που έχει απέναντί του. Πιστεύω πως ο διευθυντής φωτογραφίας είναι το δεξί χέρι ενός σκηνοθέτη, κάνει μια εντελώς διαφορετική δουλειά, πρέπει όμως να συντονίζεται με το όραμα του συνόλου. Οι δικές μου πηγές έμπνευσης είναι οι πολλοί πίνακες ζωγραφικής που έχω δει στη ζωή μου. Σε κάθε ταινία για την οποία δουλεύω, πριν ακόμη ξεκινήσω τα τεστ, δείχνω στο σκηνοθέτη κάποια δείγματα εικόνων ή κάποιους πίνακες, δηλώνοντας την άποψη μου για τη φωτογραφική κατεύθυνση που θα πρέπει να πάρουμε. Επειδή πάντοτε χρησιμοποιώ πολλά φίλτρα, κάνω 4 ή 5 τεστ στην κεντρική ιδέα του σκηνοθέτη, ώστε να υπάρχει ένα περιθώριο επιλογής.

Ως μέλος της Κριτικής Επιτροπής του Εθνικού Διαγωνιστικού τμήματος του φετινού Φεστιβάλ Δράμας, ποια στοιχεία αναζητάτε στις ταινίες που καλείστε να κρίνετε;

Έχοντας να κάνω με νέους δημιουργούς, ταινίες μικρού μήκους και ταυτόχρονα διανύοντας πλέον το έτος 2006, είμαι δεκτικός σε όλες τις προτάσεις, τα οράματα και τους πειραματισμούς. Δεν πρέπει να αποκλείσουμε μια πειραματική ταινία ή μια ταινία χωρίς καλό σενάριο, που όμως διαθέτει άλλα καλά στοιχεία –στο θέμα της φωτογραφίας, της μουσικής, των ερμηνειών-. Τη φετινή χρονιά πιστεύω πως έχουμε καλά δείγματα σε όλους αυτούς τους τομείς. Επιτρέψτε μου να αποκλίνω ελαφρώς από την ερώτησή σας και να σας πω, πως καθώς ήμουν ευτυχής να είμαι παρών και στο 1ο Φεστιβάλ Δράμας -όταν ήταν ακόμη μια Κινηματογραφική Λέσχη-, αλλά και να είμαι μέλος της Κριτικής Επιτροπής αυτού του Φεστιβάλ και σε άλλες διοργανώσεις, εκείνο που επίσης διαπιστώνω φέτος είναι το γεγονός ότι η ψαλίδα μεταξύ των Ελλήνων κινηματογραφιστών που σπούδασαν στο εξωτερικό και αυτών που απέκτησαν την κινηματογραφική τους παιδεία στην Ελλάδα, έχει κλείσει σημαντικά σε σχέση με το παρελθόν. Εξακολουθεί βέβαια να λείπει η σφαιρική παιδεία στους νέους Έλληνες κινηματογραφιστές, που ακόμη και μετά τη δεύτερη ή και τρίτη ταινία τους δεν έχουν ολοκληρωθεί καλλιτεχνικά. Δεν εννοώ βέβαια πως οι κινηματογραφικές σχολές στην Ελλάδα δεν είναι συνεπείς και αυτό αποδεικνύεται φέτος από τις πολύ καλές σπουδαστικές ταινίες, κάποιες από τις οποίες μάλιστα ήταν καλύτερες από αυτές του τμήματος μυθοπλασίας και αυτό με χαροποιεί πολύ. Πιστεύω όμως πως όλοι θα καταλάβουν σταδιακά, την ανάγκη γενικότερης παιδείας των κινηματογραφιστών.

Πόσο σημαντικές μπορεί να είναι οι μνήμες που φέρει ο κάθε κινηματογραφιστής, όπως στη δική σας περίπτωση αυτές της εξέγερσης στο Πολυτεχνείο;

Πιστεύω πως όχι μόνο ο πολιτισμένος κινηματογραφιστής, αλλά γενικότερα ο πολιτισμένος άνθρωπος που έχει κουλτούρα δεν θα πρέπει να πάψει να έχει μνήμες. Γιατί είναι οι μνήμες είναι εκείνες που επιτρέπουν σε κάποιον να ασκήσει κριτική, να είναι μάχιμος ανά πάσα στιγμή και το σημαντικότερο, να μάθει το πολιτισμό του τόπου του. Από τη στιγμή που έμαθα να πιάνω μια κάμερα, κινηματογραφώ γεγονότα παράλληλα με την επαγγελματική μου δραστηριότητα. Το «σινεμά βεριτέ» είναι η αγάπη μου και ένα από τα πάθη μου. Και για τη δημιουργία ντοκιμαντέρ επίσης –και επιτρέψτε μου σε αυτό το σημείο να εκφράσω τη λύπη μου για την απουσία ντοκιμαντέρ στο φετινό διαγωνιστικό πρόγραμμα του Φεστιβάλ Δράμας- οι μαρτυρίες και οι μνήμες είναι ζωτικής σημασίας. ¶λλωστε το ντοκιμαντέρ αποτελεί ένα σημαντικό κομμάτι της καριέρας μου και της δουλειάς μου και θεωρώ πως στην Ελλάδα θα πρέπει να το ενισχύσουμε και για αυτό καταβάλω προσπάθειες και ίσως μάλιστα ετοιμάσω μελλοντικά μια σχετική ταινία. Οι μνήμες λοιπόν, μπορούν να κάνουν ένα ντοκιμαντέρ πολύ σημαντικό και να του προσδώσουν διαχρονικό χαρακτήρα. Οι δικές μου μνήμες είναι εκείνες που με κάνουν να δηλώνω πως κάποιες φορές τα 50 χρόνια της καριέρας μου μοιάζουν σαν μια ημέρα.

Ανάμεσα στους πολλούς ηθοποιούς του παλιού ελληνικού κινηματογράφου με τους οποίους έχετε συνεργαστεί, ποιον ξεχωρίζετε;

Αυτή είναι μια πολύ καλή ερώτηση, αλλά επειδή για εμένα οι ηθοποιοί είναι πάντα τα πιο αγαπημένα πρόσωπα κατά τη δημιουργία μιας ταινίας και επειδή είχα την ευτυχία να εργαστώ με όλους σχεδόν τους μεγάλους ηθοποιούς –την Κατίνα Παξινού, τη Τζένη Καρέζη, την Αλίκη Βουγιουκλάκη, τον Αλέκο Αλεξανδράκη, τον Ορέστη Μακρή, το Βασίλη Αυλωνίτη και αυτοί είναι μόνο μερικοί- δεν μου είναι εύκολο να ξεχωρίσω κάποιον. Αυτό όμως που μπορώ να πω, κάνοντας μια σύγκριση των παλιών με τους νέους ηθοποιούς, είναι πως οι παλιότεροι διακρίνονταν από μια απόλυτη επαγγελματική συνέπεια, αλλά και αγάπη και πάθος για αυτό που έκαναν. Ο κινηματογράφος ή το θέατρο ήταν όλη τους η ζωή. Στο δικό μου χώρο έχω μια ιδιαίτερη αδυναμία στους ηθοποιούς, κι αυτό γιατί κατά το γύρισμα μιας ταινίας αυτοί παραδίδονται σε εμένα και τους συνεργάτες μου για να τους οδηγήσουμε προς το επιθυμητό αποτέλεσμα. Θυμάμαι μάλιστα την Κατίνα Παξινού και την Έλλη Λαμπέτη να ζητούν τη δική μου γνώμη, μετά το τέλος κάθε λήψης για το αν θα έπρεπε να επαναληφθεί το γύρισμα, καθώς ως οπερατέρ, ήμουν για εκείνες ο πρώτος θεατής.

Κατά τη διάρκεια της 50χρονης καριέρας σας υπάρχει κάποιο γεγονός που θυμάστε έντονα και ανακαλείτε συχνά στη μνήμη σας;

Αυτό που έχει χαραχθεί έντονα στη μνήμη μου είναι η δημιουργία της πρώτης μου ταινίας, το «Αμόκ», καθώς εκείνες ήταν και οι πρώτες μου στιγμές ουσιαστικής δημιουργίας. Από εκείνη τη στιγμή ξεκίνησε ο προβληματισμός μου και γεννήθηκε το αίσθημα του πρωτάρη που αναδύεται κάθε φορά που μπαίνω στη διαδικασία δημιουργίας μιας νέας ταινίας. Τότε, έπρεπε να συνεργαστώ με έναν σκηνοθέτη –τον Ντίνο Δημόπουλο- που με επέλεξε ανάμεσα σε άλλους συναδέλφους μου και είχε απαιτήσεις. Ήταν μια ταινία το γύρισμα της οποίας δεν επέτρεπε να βλέπω το υλικό που συσσωρευόταν στην πορεία και αυτό ήταν τότε σημαντική λεπτομέρεια για έναν πρωτάρη. Εξάλλου, όταν είσαι ερωτευμένος με αυτό που κάνεις, υπάρχουν πολλές λεπτομέρειες και πολλές ουσιαστικές και δημιουργικές στιγμές από κάθε ταινία που θυμάσαι και δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσεις. Εύχομαι σε όλους τους νέους δημιουργούς του κινηματογράφου να έχουν την ευτυχία να συνεργαστούν με καλούς ηθοποιούς, σκηνοθέτες και τεχνικούς, όπως είχα κι εγώ.

(Για το Γραφείο Τύπου, Βασίλης Τερζόπουλος)

Η υπεύθυνη Γραφείου Τύπου

Κατερίνα Πολύζου

Τηλ.: 2521026621 & 6948484242

e-mail: festival@altecnet.gr

Δράμα: Αγίας Βαρβάρας 9 66100 Δράμα Τηλ:25210 47575 Fax:25210 33526

Αθήνα: Εμμ. Μπενάκη 71 10681 Αθήνα Τηλ:210 3300309 Fax:210 3302818

www.dramafilmfestival.gr – Email : kinfest@dra.forthnet.gr