Ειδήσεις

Αναζητήστε με μια λέξη το άρθρο που είναι καταχωρημένο.
26/9/2006 | Φεστιβάλ της Δράμας

Walter Lassaly: «Η λάμψη ενός Όσκαρ… στο Φεστιβάλ της Δράμας».

Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου

 

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

 

Ειδικά θέματα:

Walter Lassaly: «Η λάμψη ενός Όσκαρ… στο Φεστιβάλ της Δράμας».

Ο Πρόεδρος της φετινής κριτικής επιτροπής του Διεθνούς Διαγωνιστικού προγράμματος του Φεστιβάλ της Δράμας, μιλάει για την ταινία μικρού μήκους, τους νέους κινηματογραφιστές και ταξιδεύει στους μεγαλύτερους σταθμούς της καριέρας του.

Συνέντευξη: Κώστας Κωνσταντινίδης & Κατερίνα Πολύζου

Ρεπορτάζ: Βασίλης Τερζόπουλος

 

Γουόλτερ Λάσαλι, Διευθυντής φωτογραφίας ταινιών μεγάλου μήκους σε κινηματογράφο /τηλεόραση / ντοκιμαντέρ, σκηνοθέτης στον “Tom Jones” ή κατά τον βιογράφο του John Murray “ο περιπλανώμενος εικονολήπτης”: ¶νθρωπος λιτός στις αναζητήσεις, στις επιλογές και στον λόγο του. Μόνιμος κάτοικος πια του Σταυρού, ενός παραλιακού οικισμού στο Δήμο Ακρωτηρίου στα Χανιά. ¶νθρωπος του κόσμου, χωρίς ιδιαίτερες αναφορές σε κάποια “πατρίδα”…. Ο χρόνος, τα πρόσωπα, τα θέματα εστιασμένα με την ελεύθερη βούληση του ανυπότακτου εικονολήπτη, που απορρίπτει τα κάδρα και το παιχνίδι της οθόνης. Γεννημένος στο Βερολίνο το 1926, το μοναχοπαίδι του Αρθούρου και της Αντέλα, αναγκάστηκε να φύγει με την οικογένειά του ως “ανεπιθύμητο πρόσωπο”, δύο μήνες πριν από την κήρυξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο πόθος του να γυρίσει ταινίες έγινε διακαής, όταν το 1939, στο μικρό διαμέρισμα που τότε κατοικούσαν, άρχισε να παρακολουθεί τις σύγχρονες παραγωγές του Χόλιγουντ και με αρκετή υπεροψία, όπως λέει ο ίδιος, αισθάνθηκε ότι και αυτός μπορεί να δημιουργήσει τόσο καλές εικόνες.

Κύριε Λάσαλι, ποια είναι κατά τη γνώμη σας εκείνα τα στοιχεία που πρέπει να διαθέτει μια καλή ταινία μικρού μήκους; Τι είναι αυτό που εσείς θα ψάξετε να βρείτε στις ταινίες που διαγωνίζονται φέτος στη Δράμα;

Αυτός που συνήθως ψάχνω να βρω σε μία ταινία μικρού μήκους, είναι οι ενδιαφέρουσες εικόνες. Θα αναζητήσω εκείνο τον δημιουργό που μπορεί να διηγηθεί μια ιστορία με ενδιαφέρουσες και ελκυστικές εικόνες και δεν θα βασιστεί αποκλειστικά στους διαλόγους ή στη μουσική. Τα ίδια ισχύουν και για μία ταινία μεγάλου μήκους βέβαια, παρά τη διαφορά των μεγεθών.

Έχοντας δουλέψει δίπλα στους μεγαλύτερους δημιουργούς του κινηματογράφου και διαθέτοντας πολυετή πείρα στην κινηματογραφική παραγωγή, ποια είναι η συμβουλή που θα δίνατε στη νεότερη γενιά σκηνοθετών που ξεκινούν τώρα την καριέρα τους;

Θα τους συμβούλευα να έχουν μεγαλύτερη υπομονή και επιμονή, γιατί η παραγωγή μιας καλή ταινίας είναι πολύ δύσκολη διαδικασία. Και φυσικά, το ίδιο ισχύει όσον αφορά την εξεύρεση χρηματοδότησης για την παραγωγή μιας ταινίας, που ποτέ δεν ήταν εύκολη υπόθεση, αλλά είναι ακόμη πιο δύσκολη σήμερα.

Έχετε μία πάρα πολύ μεγάλη πορεία: Μαρόκο, Ελλάδα, Μεγάλη Βρετανία, ΗΠΑ, Ισραήλ, και αλλού. H κατανόηση της διαφορετικότητας πώς λειτουργεί στη λήψη της εικόνας;

Ταξιδεύοντας έμαθα ότι το φως είναι σχεδόν ίδιο παντού. Δηλαδή λένε για το ωραίο, ελληνικό φως. Κάτι τέτοιο δεν υπάρχει. Όταν πλησιάσεις το σημείο μηδέν ο ήλιος είναι ακριβώς κάθετα και τότε δεν μπορείς να Μπορεί να βρέχει ή να έχει συννεφιά ή να έχει λιακάδα. Εκτός από αυτό, το φως είναι το ίδιο στην Αγγλία, τη Γαλλία, την Ελλάδα. Εκεί, αισθάνθηκα για πρώτη φορά τη διαφορά ανάμεσα στην Αγγλία και στον Τρίτο Κόσμο. Αυτό ήταν για μένα ένα ταξίδι στο χρόνο και όχι στη γεωγραφία. Ένα ταξίδι στο παρελθόν. Υπάρχουν καλοί και κακοί άνθρωποι, έχουν όμως τις ίδιες ανάγκες, τις ίδιες συνήθειες, τα ίδια πάθη. Οι ομοιότητες είναι περισσότερες από τις διαφορές ανάμεσα στους ανθρώπους του κόσμου.

Στην αρχή της κουβέντας μας δηλώσατε ότι το φως είναι σχεδόν παντού ίδιο. Οι Times είχαν γράψει για εσάς, ότι δεν φωτογραφίζετε απλά, αλλά ότι ζωγραφίζετε με το φως.

Έτσι το λένε. Απλά, η φωτογραφία είναι μια τέχνη. Χρειάζεται πείρα και μάτι. Κυρίως χρειάζεται μάτι. Τα τελευταία 12 χρόνια, διδάσκω πολύ περισσότερο απ’ ότι κάνω ταινίες. Λέω λοιπόν στους φοιτητές μου ότι σημασία έχει το μάτι που είναι πίσω από την κάμερα. Νομίζουμε ότι αυτό είναι χάρισμα που δίνεται σε κάποιους από τη στιγμή που γεννιούνται. Δεν είναι όμως έτσι. Θέλει μάθημα το μάτι.

Σε όλη την περιπλάνησή σας, βρίσκεστε πολύ συχνά στην Ελλάδα. Αυτό αποτελεί σύμπτωση, καλές συνεργασίες ή κάτι άλλο;

Στην Ελλάδα άρχισα το 1955 με τον Μιχάλη Κακογιάννη, που είχε μία κακή εμπειρία με τον οπερατέρ που είχε γυρίσει την προηγούμενη χρονιά, την ταινία “Στέλλα”, με την Μελίνα Μερκούρη. Ο Κακογιάννης ήταν στις Κάνες όταν συνάντησε ένα φίλο μου, τον Lindsay Anderson, κριτικό και σκηνοθέτη. Ήταν ο Anderson που πρότεινε στον Κακογιάννη να με χρησιμοποιήσει στη νέα του ταινία. Πράγματι, ο Κακογιάννης έστειλε το συμβόλαιό μου στο Λονδίνο και με προσέλαβε χωρίς να γνωρίζει ούτε εμένα, ούτε τη δουλειά μου. Ένα βράδυ, τον Αύγουστο του 1955 ήρθα στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Εκεί με περίμεναν σημαιοστολισμένοι ο Τάκης Χορν, η Έλλη Λαμπέτη και ο Μιχάλης Κακογιάννης, γιατί περίμεναν να δουν ένα Εγγλέζο τζέντλεμαν. Από το αεροπλάνο βγήκε αυτό το παιδί. Με κοίταζαν με μεγάλα μάτια και σκέφτονταν: Αυτό το παιδί θα γυρίσει την ταινία μας; Την επόμενη μέρα κάναμε το πρώτο μας δείγμα και από εκεί και πέρα πήγαν πάρα πολύ καλά.

Έλλη Λαμπέτη, Ειρήνη Παπά, Αλίκη Βουγιουκλάκη… Γνωρίσατε τις Ελληνίδες κυρίες του κινηματογράφου. Εσεις όμως δηλώσατε ότι η Ηλέκτρα είναι η πιο σημαντική σας ταινία.

Τρεις πολύ διαφορετικές μεταξύ τους γυναίκες. Η Ηλέκτρα είναι όντως η πιο αγαπημένη μου ταινία. Πολλές φορές βλέπω ένα πολύ μικρό κομμάτι από την ταινία, τη σκηνή που επιστρέφει ο Ορέστης από την ξενιτιά και συναντά την αδερφή του την Ηλέκτρα. Είναι μια σκηνή τριών λεπτών περίπου που έχει τόση δύναμη, που κλαιω κάθε φορά που την βλέπω.

Συνεργαστήκατε σε έξι ταινίες με τον Μιχάλη Κακογιάννη, σε μία με τον Αλέκο Σακελάριο, σε τρεις ταινίες με τον Ντίνο Δημόπουλο και σε μία με τον Γιώργο Σταμπουλόπουλο.

Ήταν καλές συνεργασίες, γιατί ήταν καλοί οι άνθρωποι. Η συνεργασία μαζί τους ήταν χαρούμενη υπόθεση. Αυτή είναι η διαφορά από το τότε στο σήμερα και είναι κρίμα. Οι ταινίες σήμερα δεν έχουν πλάκα και δεν έχουν χρόνο. Αν έχει μισή ταλαιπωρία – μισή πλάκα, εντάξει. Αλλά αν είναι μόνο ταλαιπωρία και δεν είναι καθόλου πλάκα, δεν έχω καμιά ανάγκη να εμπλακώ.

Υπήρξε λοιπόν αυτή η πολύ καλή περίοδος που συναντήθηκαν καλοί ηθοποιοί, σκηνοθέτες, εικονολήπτες, συνθέτες και έκαναν και στη χώρα μας καλό κινηματογράφο με λίγα χρήματα. Μετά, για δύο περίπου δεκαετίες εξαφανίζεστε από την Ελλάδα. Πιστεύετε ότι ο νέος ελληνικός κινηματογράφος δεν ανταποκρίνεται στην καλή παραγωγή μιας ταινίας;

Στην περίοδο που συνεργάστηκα με τους Έλληνες δημιουργούς, όλα μου φαίνονταν πάρα πολύ όμορφα. Στην Αγγλία όλα ήταν πολύ οργανωμένα, υπήρχαν νόμοι και κανονισμοί, δεν μπορούσα να κάνω αυτό που ήθελα. Δεν υπήρχε καθόλου ελευθερία, τα θέματα ανήκαν στο παρελθόν… τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του ’60 που βοήθησα κι εγώ να γίνει κάτι καινούριο στον Αγγλικό Κινηματογράφο. Πρώτη φορά στην Ελλάδα αισθάνθηκα ελεύθερος να δουλέψω. Ένιωσα ότι δεν υπήρχε ανάγκη να έχεις πολυπληθή συνεργεία. Και ότι έλειπε από τεχνική υποδομή, το αναπλήρωνε ο ενθουσιασμός των ανθρώπων. Ο Θανάσης Βέγγος για παράδειγμα, εργάζονταν και στο συνεργείο και είχε και ρόλο. Και είναι ένας θαυμάσιος άνθρωπος, από τους καλύτερους ηθοποιούς που έχω γνωρίσει.

Το 1964 έρχεται το γύρισμα του “Ζορμπά” από τον Μιχάλη Κακογιάννη, με την Ειρήνη Παπά, τον Anthony Quinn, τον Alan Bates και την Lila Kedrova. Είναι η ταινία που θα γνωρίσει μεγάλη εμπορική επιτυχία και θα χαρίσει στο Lassally το Oscar, καθώς και άλλα δύο, το ένα στην Kedrova και το άλλο στον καλλιτεχνικό διευθυντή. Το Όσκαρ, του Γουόλτερ Λάσαλι έχει βρει τη περίοπτη θέση του στο σήμερα. Όπως επισημαίνει ο Καλλιτεχνικός Υπεύθυνος του Δημοτικού Κινηματογράφου Χανίων, Κώστας Μαυρακάκης για τον μεγάλο εικονολήπτη: “Ο Lassally ζει κοντά με τους ανθρώπους του Ακρωτηρίου, τους αγαπά βαθιά αλλά και αυτοί δείχνουν να τον αγαπούν το ίδιο. Κι αν κανείς βρεθεί στην ταβέρνα “Χριστίνα” του Σταυρού, μπορεί να δει το αυθεντικό Όσκαρ, εκείνο που ο Lassally κέρδισε για το “Ζορμπά”, ακουμπισμένο, με τον πιο φυσικό τρόπο, σ’ ένα ράφι κάπου εκεί στο βάθος. Οι άνθρωποι της ταβέρνας σου το δείχνουν με μεγάλο καμάρι γιατί δεν είναι και λίγο ένα Όσκαρ που κέρδισε ένας δικός τους άνθρωπος. Έτσι νιώθουν για τον Lassally στο Σταυρό”.

Το 1964 κάνατε την εικονοληψία στην ταινία “Ζορμπάς”, μια ταινία που συγκέντρωσε τρία Όσκαρ: Ένα που δόθηκε σε εσάς, το δεύτερο στην Lila Kedrova και ένα στον Βασίλη Φωτόπουλο που ήταν ο καλλιτεχνικός διευθυντής. Η “διαμάχη” γύρω από την ταινία αφορά κυρίως στην αυθεντικότητα ή όχι του Έλληνα που προβάλλεται μέσα από αυτή. Τι θυμάστε από αυτή την παραγωγή;

Αυτή ήταν η μεγαλύτερη ταινία εκτός από την πρώτη μου μεγάλου μήκους έγχρωμη ταινία “Tom Jones”, που σκηνοθέτησα δύο χρόνια πριν. Το μέγεθος και το κόστος για τον “Ζορμπά” ήταν τεράστιο σε σχέση με όλες τις άλλες ελληνικές ταινίες. Η “Ηλέκτρα”, που γυρίστηκε το ’61, είχε προϋπολογισμό περίπου ενενήντα χιλιάδες δολάρια και ο “Ζορμπάς” εννιακόσιες χιλιάδες δολάρια, ποσό μικρό για μια τέτοια ταινία.

Ποια πρόσωπα αγαπήσατε στην ταινία;

Τα πρόσωπα ήταν πολλά. Η Kedrova ωστόσο, ήταν μια εξαιρετική περίπτωση. Δεν ήξερε ούτε λέξη Αγγλικά όταν ήρθε εδώ. Όπως θα ξέρετε, αυτός ο ρόλος ήταν της Σιμόν Σινιορέ με την οποία κάναμε γυρίσματα για δέκα περίπου ημέρες. Στη συνέχεια συνέβη κάτι πολύ παράξενο: Ανακαλύψαμε, τόσο εμείς όσο και η Σινιορέ που ήταν μια θαυμάσια ηθοποιός, ότι δεν μπορούσε να υποδυθεί τον ρόλο μιας αδύναμης γυναίκας, αφού ήταν πάρα πολύ δυναμική. Τότε ο Κακογιάννης πήγε στο Παρίσι, βρήκε την Kedrova και την έφερε εδώ. Αυτή έμαθε τον ρόλο εδώ στην Ελλάδα. Πολύ καλή ήταν και η Ειρήνη Παπά, ενώ εξαιρετικοί ήταν και οι άντρες στους δεύτερους ρόλους. Ο Σωτήρης Μουστάκας που υποδύθηκε τον τρελό του χωριού ήταν καταπληκτικός.

Ο Αντονι Κουίν;

Ο Αντονι Κουίν ήταν μεγάλος σταρ… Κι αυτός –μετά από τα γυρίσματα των πρώτων ημερών που έδωσε μάχη μέχρι να βρούμε τη σχέση του με τους άλλους- όλα πήγαν καλά. Ήταν κι αυτός καλός άνθρωπος. Πολύ καλός ήταν και ο Alan Bates.

Μετά τον “Ζορμπά” έχουμε τη δικτατορία στην Ελλάδα. Τι ξέρετε εσείς για τη δικτατορία στη χώρα μας;

Αυτό που έμαθα ήταν ότι μια μέρα βγήκα από το ξενοδοχείο που έμενα στην Αθήνα και στο τέλος του δρόμου βρέθηκα μπροστά σε ένα στρατό με πολυβόλα. Αυτό ήταν ένα μεγάλο σοκ… Όταν ζεις στην Αγγλία, δεν περιμένεις ότι κάτι τέτοιο είναι δυνατόν να συμβεί.

Έτσι, η πολιτική αρρυθμία αναστέλλει την κινηματογραφική δημιουργία στην Ελλάδα …

Όταν ήρθε η χούντα είμασταν στα Ύ της ταινίας του Γιώργου Σταμπουλόπουλου “Ανοιχτή Επιστολή”. Η ταινία ολοκληρώθηκε μετά την πτώση της χούντας. Το θέμα δεν χαροποιούσε ιδιαίτερα τους ανθρώπους της χούντας…

Έτσι λοιπόν απουσιάζετε από την Ελλάδα για αρκετά χρόνια. Ευρωπαϊκός και Αμερικανικός κινηματογράφος. Πώς βλέπετε την πορεία τους και πώς τον ανταγωνισμό που έχει αναπτυχθεί μεταξύ τους;

Η μεγαλύτερη διαφορά ανάμεσα στο Χόλιγουντ και στον Ευρωπαϊκό Κινηματογράφο είναι ότι στο Χόλιγουντ το σπουδαιότερο ρόλο παίζει το χρήμα και μόνο αυτό. Οι Αμερικανοί λένε ότι δεν υπάρχει λόγος να κάνεις ταινία αν δεν κερδίζεις χρήματα. Εγώ εναντιώνομαι σε αυτή τη νοοτροπία γιατί πιστεύω ότι πάντα μπορείς και έχεις λόγο να κάνεις μια ταινία όταν έχεις ένα θέμα που ενδιαφέρει, έναν καλό σκηνοθέτη και καλούς ηθοποιούς με ένα συνεργείο που ενδιαφέρεται να εργαστεί με μεράκι για την παραγωγή της. Κάνεις μια ταινία όσο πιο καλά μπορείς, με τα μέσα, το χρήμα και τον χρόνο που διαθέτεις και όταν αυτή ολοκληρωθεί την παρουσιάζεις στο κοινό και λες: “Αυτή είναι η ταινία μου. Η ταινία μου αρέσει και ελπίζω να αρέσει και σε εσάς”. Αλλά στην Αμερική, κάνουν δείγματα, κάνουν έρευνα αγοράς και λένε το αντίθετο: “Νομίζω ότι έχω μια καλή ταινία αλλά αν δεν σας αρέσει θα το αλλάξουμε”. Όμως, ένας άνθρωπος της τέχνης δεν μπορεί να δουλεύει κάτω από αυτές τις συνθήκες.


Η Ευρώπη χάνει τις αντιστάσεις της;

Στην Ευρώπη ακόμα υπάρχουν καλές ταινίες. Καλές ταινίες γίνονται και στο Μεξικό και στην Αργεντινή και στο Ιράν. Στο Χόλιγουντ όμως, οι καλές ταινίες είναι ελάχιστες. Δεν ξεπερνούν το 1%.

Η έλλειψη της απλής, λιτής εικόνας, ενοχλεί τον Γουόλτερ Λάσαλι, που γυρίζει αποφασιστικά την πλάτη του στις ταινίες που δεν γίνονται ελεύθερα, στις ταινίες που αναπροσαρμόζονται σύμφωνα με τις επιταγές της… “έρευνας αγοράς”… Τα εφφέ, η βία, η υποταγμένη φιλμική παραγωγή τον εξοργίζει… Επιθυμία του; Να επιστρέψει το Όσκαρ… Οι απόπειρες εξίσωσης οδυνηρές, απαράδεκτες…

Ποια από τις ταινίες που ήταν υποψήφιες για τα φετινά Όσκαρ σας άρεσε;

Καμία. Έστειλα μια επιστολή στην εφημερίδα “Observer” στο Λονδίνο στην οποία εκφράζω τη λύπη μου για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει σήμερα ο κινηματογράφος. Όταν χρησιμοποιείς τη λέξη κινηματογράφος για τα έργα του ¶ιζενσταϊν, του Γκρίφιθ, του Όρσον Ουέλς και τις φετινές ταινίες, είναι σαν να χαρακτηρίζεις τέχνη τα έργα του Πικάσο και τέχνη τα
“έργα” που βρίσκεις μέσα σε ένα κουτί σοκολάτα. Ο κινηματογράφος που ήξερα εγώ δεν υπάρχει πια. Έχει σχεδόν τελειώσει.

Τζέιμς ¶ιβορι…

Καλός άνθρωπος, καλός φίλος μου και όχι μόνο. Ο Τζέιμς –αν και Αμερικάνος- ξεκίνησε την καριέρα του στην Ινδία. Εργάστηκε σε ταινίες, συνάντησε εκεί τον Ισμαήλ Μέρτσαντ και αυτή η εταιρεία Μέρτσαντ – ¶ιβορι είναι εξαιρετική, αφού έκαναν τριάντα ταινίες από το 1961 έως σήμερα. Όλα τα έργα αποτελούν ένα αρμονικό σύνολο, αν και δεν είναι όλα καλά.

Στις ταινίες σας με τον ¶ιβορι, απεικονίζετε κυρίως την συμβατότητα του σήμερα.

Οι Μέρτσαντ και ¶ιβορι έχουν πια αλλάξει. Ασχολούνται με την παραγωγή ιστορικών και λογοτεχνικών κυρίως ταινιών. Όταν δουλέψαμε μαζί κάναμε και αρκετό πειραματικό κινηματογράφο. Το “Savages” και το “Wild Party” –ιδίως η δεύτερη- είναι μια εξαιρετική ταινία. Το “Savages” είναι επίσης μια πολύ καλή ταινία και η ιδιαιτερότητα της δημιουργίας της είναι ότι δεν θα μπορούσε να γίνει μυθιστόρημα ή θεατρικό έργο. Μπορούσε να είναι μόνο φιλμ γιατί έχει όλη την θεματική που μπορείς να αφηγηθείς μόνο μέσα από ταινία.

Αποφεύγετε τα ταξίδια… ακόμα και στην πόλη

Μου αρέσει να βλέπω ταινίες στην τηλεόραση με την ησυχία μου. Δε λεω, θα ήταν καλύτερα αν δεν υπήρχαν διαφημίσεις. Αν σήμερα έχεις μεγάλη οθόνη μπορείς να απολαύσεις εξίσου μια ταινία στο σπίτι σου. Έχω συναντήσει οπερατέρ που μου λένε: “Εγώ δουλεύω μόνο για τη μεγάλη οθόνη”. Κι εγώ απαντώ: “Καλά… Μπορείτε να μου πείτε κύριε εγώ πού μπορώ να βρω αυτή τη μεγάλη οθόνη που δουλεύετε, γιατί στο Λονδίνο η τελευταία μεγάλη οθόνη έκλεισε πριν από τρία ή τέσσερα χρόνια”. Σήμερα, η κινηματογραφική οθόνη μικραίνει και η τηλεοπτική μεγαλώνει. Σε λίγο, θα συναντηθούν κάπου στη μέση…

Κάθριν Χέρμπορν, Ράιαν Ο’Νιλ, Βανέσα Ρεντγκρέιβ, Κιθ Κάρανταϊν, Κρίστοφερ Ριβ, Γκρέτα Σκάκι, ¶ντζελα Λάνσμπουρι, Κρίστοφερ Πλάμερ, Ντόναλντ Σάδερλαντ, ακόμα και Όρσον Ουέλες. Πόσο εμπιστεύονται το πρόσωπό τους στους φακούς και τα φίλτρα του Διευθυντή Φωτογραφίας;

Εξαρτάται… Υπάρχουν μεγάλες διαφορές από πρόσωπο σε πρόσωπο. Ο Όρσον Ουέλες ήξερε ακριβώς τι κάνω, χωρίς να κοιτάζει μέσα στη μηχανή. Μια φορά με χάιδεψε στο κεφάλι και μου είπε: “Μη σε νοιάζει… Αυτό έκανα πριν να γεννηθείς”. Ο Όρσον Ουέλες ήταν μια θαυμάσια προσωπικότητα, ένας εξαίσιος άνθρωπος, με μια τραγική καριέρα. Τόσο ταλέντο και κάθε μέρα έδινε και μια νέα μάχη για να βρει τα χρήματα που του ήταν απαραίτητα για να κάνει ταινίες τα θέματα που ο ίδιος ήθελε. Έπαιξε σε ταινίες που δεν είχαν καμιά σημασία, προκειμένου να καταφέρει να συγκεντρώσει τα χρήματα. Όταν όμως στα 19 – 20 χρόνια σου έχεις κάνει μια ταινία σαν τον “Πολίτη Κέην”, πώς είναι δυνατόν να συμβιβαστείς με τη μετριότητα;

Με ποιον Έλληνα σκηνοθέτη θα συνεργαζόσασταν σήμερα;

Με τον Δημόπουλο, τον Σταμπουλόπουλο, τον Κακογιάννη και με τον Βούλγαρη. Ο Αγγελόπουλος μου είχε ζητήσει να συνεργαστούμε στην πρώτη του ταινία, αλλά τα χρήματα που διέθετε ήταν ελάχιστα.

Ο Γουόλτερ Λάσαλι, δεν επιδιώκει τίποτ’ άλλο, παρά τη δυνατότητα στην ανεπιτήδευτη απλότητα. Πάντα γοητευτικός, τριγυρνά στην αυγή για να νιώσει τη διαφορετικότητά της και να εισχωρήσει στην αταραξία της. Αποτυπώνοντας καρέ – καρέ, κάθε στιγμή της ελεύθερης από δεσμεύσεις και κοινωνικούς κανόνες μορφής… με φόντο τόπο και φύση αγαπημένα.

 

 

Η υπεύθυνη Γραφείου Τύπου

Κατερίνα Πολύζου

Τηλ.: 2521026621 & 6948484242

e-mail: festival@altecnet.gr